Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2008

Λίγες σκέψεις για τα ΚΕΣ ή άλλως "Κολλέγια"

Ένα δίπλωμα αναγνωρίζεται όχι λόγω της ουσιαστικής αξίας της εκπαιδεύσεως που πιστοποιεί, αλλά διότι καθιστά δυνατή την πρόσβαση σε νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα εντός του κράτους μέλους στο οποίο αυτό αποκτήθηκε ή αναγνωρίστηκε.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΕΥΡ. ΚΟΙΝ.(δεύτερο τμήμα)

της 23ης Οκτωβρίου 2008

«Παράβαση κράτους μέλους – Οδηγία 89/48/ΕΟΚ – Εργαζόμενοι – Αναγνώριση διπλωμάτων»

Υπόθεση C-274/05

Παράγραφος 29

Το απόσπασμα από την απόφαση του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Απόφαση) αναδεικνύει το πνεύμα της οδηγίας 89/48/ΕΟΚ της 21ης Δεκεμβρίου 1988, την οποία και υπερασπίζεται: η εκπαίδευση είναι εμπόρευμα που πρέπει να πωλείται αφειδώς και χωρίς περιορισμούς στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.)· η δυνατότητα ελέγχου και πιστοποίησης της αξίας των παρεχόμενων τίτλων σπουδών αφαιρείται από τις οργανωμένες κοινωνίες (κράτη - μέλη) και εγκαταλείπεται στην ενοποιημένη ελεύθερη, έως ασυδοσίας, αγορά. Επί παραδείγματι, επειδή η Μ. Βρετανία αναγνωρίζει ως εκπαιδευτικό ίδρυμα μία ιδιωτική κερδοσκοπική εταιρεία που πουλά έναντι αμοιβής «ανώτερη» ή «ανώτατη εκπαίδευση», η Ελληνική Πολιτεία, που αναγνωρίζει την τριτοβάθμια εκπαίδευση ως δημόσιο κοινωνικό αγαθό που μόνο η ίδια μπορεί να προσφέρει, υποχρεώνεται να αναγνωρίσει τον παρεχόμενο «τίτλο σπουδών» χωρίς να έχει λόγο για την ποιότητα των παρεχόμενων γνώσεων. Πρόκειται για έξωθεν κατάργηση του αυτεξούσιου της Ελληνικής κοινωνίας, του Συντάγματός της, και υποδούλωσή της στο νόμο της αγοράς· δεν θα εξετάζεται από εδώ και πέρα τι είναι καλό ή λογικό, για την Παιδεία της κοινωνίας μας, αλλά τι μπορεί άκριτα να βγάλει κέρδος. Η νεοφιλελεύθερη λογική που οδήγησε την παγκόσμια οικονομία στην κρίση επιχειρείται να εφαρμοστεί υπό δυσμενέστερους όρους και στην εκπαιδευτικά πράγματα, με ανάλογες βέβαια συνέπειες.

Για του λόγου το αληθές η οδηγία 89/48 στηρίζεται στην «αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τα επαγγελματικά προσόντα που αναγνωρίζουν», με απώτερο στόχο τη δημιουργία μιας ενιαίας και ελεύθερης από περιορισμούς αγοράς εργασίας στην Ε.Ε., στα πρότυπα της ενιαίας και ελεύθερης αγοράς υπηρεσιών και εμπορευμάτων. Αν συγκρίνουμε την πληρέστερη νομικά, λόγω μετρησιμότητας σε χρήμα, παγκόσμια εμπορευματική πίστη με την γενικώς και αορίστως «αμοιβαία εμπιστοσύνη» της οδηγίας, τότε μπορούμε από την σημερινή παγκόσμια οικονομική κατάσταση να εξαγάγουμε αναλογικά τις συνέπειες στα εκπαιδευτικά και κοινωνικά πράγματα αυτής της «εμπιστοσύνης». Πλήρης αποσάθρωση των εκπαιδευτικών δομών, κοινωνική βαρβαρότητα.

Εύλογα προκύπτει η απορία: δεν είναι εξόφθαλμα παράλογο και επικίνδυνο τα εμπορεύματα που κυκλοφορούν στην Ε.Ε. να υπόκεινται σε κοινά υιοθετημένους κανόνες παραγωγής και λειτουργίας, ενώ η παρεχόμενη τριτοβάθμια εκπαίδευση ως προς τα επαγγελματικά της αποτελέσματα να πιστοποιείται για το σύνολο της Ευρωπαϊκής επικράτειας με βάση τα ελάχιστα κριτήρια που ένα τυχαίο κράτος μέλος θεσπίζει; Είναι σαν να ρίχνουμε στο μίνιμουμ τις κατασκευαστικές απαιτήσεις ασφαλείας των αυτοκινήτων στην Ευρώπη, επειδή στη Ρουμανία ή στην Πορτογαλία νομιμοποιείται η κίνηση ιππήλατων κάρων στο επαρχιακό οδικό τους δίκτυο!

Στο σημείο αυτό υποβάλλεται υποκριτικά η διάκριση μεταξύ αναγνώρισης «ακαδημαϊκών τίτλων σπουδών» και «επαγγελματικών προσόντων τα οποία παρέχουν πρόσβαση σε νομοθετικά κατοχυρωμένα επαγγέλματα. Σε τι ακριβώς συνίσταται η διαφορά ενός ακαδημαϊκού τίτλου σπουδών και του επαγγελματικού προσόντος που αυτός παρέχει; Σε τίποτε απολύτως. Είναι ένα τεχνηέντως διαμορφωμένο εφεύρημα που επιχειρεί να διαχωρίσει τη νομιμοποιημένη παραγωγή γνώσης και τη μετάδοσή της από την εφαρμογή και την εκμετάλλευσή της· σαν να μην υπηρετούν και η γνώση και το επάγγελμα τις κοινωνικές ανάγκες . Και ο λόγος είναι προφανής· αφού δεν είναι προσώρας δυνατόν στο πλαίσιο του έθνους κράτους να απεκδυθούν οι εκπαιδευτικές δομές, και ιδίως τα πανεπιστήμια, από τις κοινωνικές συναρμογές τους, επιχειρείται η καθιέρωση μιας διττής λειτουργικής ψευδο-ταυτότητας: από τη μια το πανεπιστήμιο που παράγει και μεταδίδει γνώση για τη γνώση σε ένα αποστειρωμένο περιβάλλον «ειδικών επιστημόνων» και από την άλλη το πανεπιστήμιο που παράγει πτυχιούχους με επαγγελματικά προσόντα προς εκμετάλλευση στην αγορά. Με αυτό το ιδεολόγημα, κοντά στη μεταφυσική ανάρρηση της Αγοράς σε Κριτή των πάντων, παρακάμπτεται η ένσταση στην αρχή της προηγούμενης παραγράφου και αποφεύγεται η συζήτηση στην Ε.Ε. για το τι είδους κοινό ευρωπαϊκό εκπαιδευτικό χώρο επιθυμούμε, αφού στην τελευταία πιθανότατα θα διατρανώνονταν ότι όλες οι εκπαιδευτικές δομές των οργανωμένων κοινωνιών υπηρετούν τις ποικίλες ανάγκες αυτών των ιδίων κοινωνιών, όπως αυτές εκφράζονται μέσα από θεσμοθετημένους ή μη διαύλους, δηλαδή στην πολιτική. Η παραγωγή της γνώσης έχει κοινωνικό και πολιτικό χαρακτήρα, και άρα δεν είναι καθόλου ουδέτερη η συγκεκριμένη οδηγία. Εξυπηρετεί τα ήθη της πολιτικής που είναι δεμένη στο άρμα της ελεύθερης αγοράς. Κατά συνέπεια, όσοι αντιτίθενται σε αυτή οφείλουν να αναδείξουν πολιτικά την εκπαίδευση ως κοινωνικό αγαθό με δημόσιο χαρακτήρα, μη εκποιήσιμο σε ιδιώτες παρά μόνο με την αυστηρή σε κάθε επίπεδο κρατική εποπτεία.

Είναι δυνατόν να τεθούν κάποιες βασικές προτάσεις


1. Εναντίωση στην Οδηγία 89/48 με βάση το παραπάνω σκεπτικό.

2. Εναντίωση στην Οδηγία 36/2005 βάσει της οποίας «Οι τίτλοι που εκδίδονται από εκπαιδευτικά ιδρύματα με τη μέθοδο της δικαιόχρησης (franchising), της αναγνώρισης ή της πιστοποίησης θεωρούνται ως τίτλοι εκπαίδευσης των ιδρυμάτων που δίνουν τη δικαιόχρηση ή την πιστοποίηση».

3. Πρόταση στο ΥΠΕΠΘ για νομοθετική παρέμβαση, ώστε να μην αναγνωρίζονται ως εκπαιδευτικοί οργανισμοί εταιρείες με δικαιώματα δικαιόχρησης από ιδιωτικά εκπ. Ιδρύματα της αλλοδαπής.

4. Στήριξη του δημόσιου χαρακτήρα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

5. Ελεύθερη πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με γενναία χρηματοδότησή της.



Απόφαση, παράγραφος 30.

Σκεπτικό της οδηγίας 89/48: «…ότι η εξάλειψη των εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων και των υπηρεσιών μεταξύ των κρατών μελών αποτελεί έναν από τους στόχους της Κοινότητας· ότι, για τους υπηκόους των κρατών μελών, συνεπάγεται ιδίως την ευχέρεια να εξασκούν επαγγελματική δραστηριότητα, ως ελεύθεροι επαγγελματίες ή μισθωτοί, σε κράτος μέλος εκτός από εκείνο στο οποίο απέκτησαν τα επαγγελματικά τους προσόντα».

Η οδηγία 89/48 αφορά σε ένα «γενικό σύστημα αναγνώρισης των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πιστοποιούν επαγγελματική εκπαίδευση ελάχιστης διάρκειας τριών ετών».

Απόφαση, παράγραφος 37.

Υπάρχουν, ωστόσο, αξιόπιστες φωνές που σε αυτόν το διαχωρισμό βλέπουν θετικές προοπτικές, όπως αυτή του συνταγματολόγου καθηγητή ΝΟΠΕ ΑΠΘ κ. Αντ. Μανιτάκη :«Η γραμμή άμυνας πρέπει να είναι η σαφής διάκριση των ακαδημαϊκών τίτλων από τους αντίστοιχους επαγγελματικούς και άρα να αποκρουστεί, πάση θυσία, η αντιμετώπιση της εκπαίδευσης ως απλό εμπόρευμα ή ως μία υπηρεσία.» Ελευθεροτυπία 2/11/2008. Υπό αυτό το πρίσμα, όσο κι αν ο τελικός στόχος να μην καταντήσει η εκπαίδευση εμπόρευμα είναι κοινός, η βασική αρχή του κοινωνικού χαρακτήρα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης παραμένει και η κρίση για την επαγγελματική επάρκεια ενός τίτλου σπουδών μετακυλίεται σε κάποιον άλλον φορέα, όπως τα επαγγελματικά επιμελητήρια, ενώσεις ή αρχές (ΣΑΕΙΤΤΕ) που η Απόφαση (παράγραφος 47) ούτως ή άλλως αποκλείει.

Με τροπολογία (αρ. 334 που έγινε αποδεκτή ως παράγραφος 4 στο άρθρο 13) του ευρωβουλευτή, τότε, κ. Κ. Χατζηδάκη, τον Ιανουάριο 2004, η οποία υπερψηφίστηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

2 σχόλια: